"ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ & ΠΑΡΑΜΥΘΑΔΕΣ ΤΗΣ ΛΕΡΟΥ"
 

ΑΦΗΓΗΤΡΙΑ: Γιαννουκά  Ζαμπέττα     (Λέρος 1941)

 

Γεννήθηκε στη Λέρο, στη συνοικία «Χριστός», από Λεριούς γονείς. Αποφοίτησε από το εξατάξιο Γυμνάσιο Λέρου και σπούδασε ¨Κοινωνική Λειτουργός» στην Αθήνα, όπου έζησε αρκετά χρόνια. Από τη δεκαετία του ’80, ζει μόνιμα στη Λέρο.

Με θέματα λαογραφίας άρχισε να ασχολείται από τα παιδικά της χρόνια, λόγω ερεθισμάτων και  βιωμάτων από την οικογένειά της.

Ο πατέρας της, Γιάγκος Γιαννουκάς, ήταν μεγάλος γλεντζές του νησιού και μέχρι σήμερα έχει μείνει ο σκοπός, γνωστός ως «ο χαβάς του Γιαννουκά»:

«Ας πώ και δεν εγλέντησα τη νύχτα με φεγγάρι

και την αυγή με το δροσό, τον κόσμο δεν εχάρη.»……

Δυόσμε, τρίκλωνέ μου δυόσμε, έρημε ντουνιά και κόσμε!» ……

«Όταν πεθάνω, βάλτε με μες στου Χριστού[1] τη μέση.

Βάλε, πουλί μου, μια φωνή το τέμπλο του να πέσει.»

 

Το πρώτο ερέθισμα, ήταν η εντύπωση που της έκαναν οι λέξεις που έλεγαν οι βοσκοί. Πολύ μικρή, πήγε μόνη της σε μια στάνη και εκεί, σε ένα τετράδιο κατέγραψε το λεξιλόγιο των βοσκών. Από ’κει και πέρα κατέγραφε λαογραφικά στοιχεία της Λέρου. Μερικοί από τους πληροφορητές της είναι:  Γιάγκος Γιαννουκάς, Ζαμπέττα Καστή–Σκεμπεδάκη, Κόμισα Παγώνη, Γιάννης Παγώνης, Μανόλης Παπαδούλης (Μπουτσής), Μανόλης Σκουμπουρδής, Γιώργης Σκουμπουρδής, Νικόλας Λίνδος, Μανόλης Μαϊκός κ.ά

Είναι Υπεύθυνη του «Λαογραφικού Τμήματος» του «Μορφωτικού – Συλλόγου Νέων Λέρου «Η ΑΡΤΕΜΙΣ».

Μας αφηγήθηκε «Ιστορίες με Νεράιδες και Φαντάσματα», από την τοπική παράδοση.

 


 


[1] Χριστός: Ο ναός του Σωτήρος Χριστού, του συνοικισμού «Χριστός», στον Πλάτανο της Λέρου

Ε.  Παραδόσεις

ΣΧΟΛΙΑ

(Από την Επίκ. Καθηγ. Πανεπιστημίου Αιγαίου κ. Μαριάνθη Καπλάνογλου)

Οι θρύλοι, με το θαυμαστό, μεταφυσικό και μυστικιστικό χαρακτήρα τους, αποτελούν μια σημαντική κατηγορία του λαϊκού λόγου με ιδιαίτερη διάδοση στην  προφορική παράδοση μέχρι τις μέρες μας.   Για τους περισσότερους από τους πληροφορητές μας, ο θρύλος παραμένει μια πιστευτή ιστορία με ιδιαίτερο ηθικό και μεταφυσικό βάρος. Ωστόσο ας επισημανθεί η διφορούμενη ορισμένες φορές στάση του αφηγητή απέναντι στην ιστορία του: ο θρύλος μπορεί να γίνεται ή και να μη γίνεται πιστευτός (βλ. τη σχετική αφήγηση για τα τσεμπέρια των γυναικών) ή ακόμα και να λέγεται ως μια ρεαλιστική αστεία ιστορία διακωμώδησης του μεταφυσικού φόβου που παλαιότερα προκαλούσε (βλ. την ιστορία της αγρυπνίας στον Αϊ – Νικόλα). 

Οι θρύλοι που καταγράφηκαν στη Λέρο αναφέρονται κυρίως σε συναντήσεις με υπερφυσικά όντα (νεράιδες, φαντάσματα, αράπηδες), σε θέματα θρησκευτικής πίστης (η εικόνα της Παναγιάς) ή σε γεγονότα της τοπικής ιστορίας (παραδόσεις από την γερμανοϊταλική κατοχή).  Οι πληροφορητές μας συνήθως συνδέουν συχνά τις ιστορίες αυτές με προσωπικά βιώματα και συγκεκριμένα πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος ή της γειτονιάς ενώ η δράση εντοπίζεται σε τοποθεσίες του νησιού με τη χρήση γνωστών τοπωνυμίων. 

Οι περισσότερες από τις παραδόσεις που καταγράφονται σε αυτό το βιβλίο αναφέρονται σε νεράιδες, επιβεβαιώνοντας τη μεγάλη διάδοση των ιστοριών αυτών στον ελλαδικό χώρο.  Σε πολλές παραδόσεις οι νεράιδες εμφανίζονται ως ανεμοστρόβιλος που περνά το μεσημέρι στα αλώνια.  Το θέμα της αρπαγής των τσεμπεριών παραπέμπει στις κλεψιές των πραγμάτων των γυναικών που κάνουν οι νεράιδες ενώ γνωστή είναι και η παράδοση για το μαντήλι της νεράιδας, όπου το ίδιο θέμα παρουσιάζεται αντεστραμμένο – εδώ ένας άνθρωπος κλέβει το μαντήλι της νεράιδας.  Η παράδοση για τη μαμή και το μωρό της νεράιδας είναι ιδιαίτερα γνωστή στο Αιγαίο, συνήθως όμως στη μαμή προσφέρονται κρεμμυδόφυλλα που γίνονται φλουριά.  Η βλαπτική διάθεση των νεράιδων απέναντι στα ασαράντιστα μωρά παραπέμπει σε άλλες υπερφυσικές γυναικείες φιγούρες, τις στρίγγλες και τη Γιαλού. Η παράδοση για τα ματωμένα ασπρόρουχα αναφέρεται επίσης από τον Πολίτη, Παραδόσεις, β΄τόμος, σ. 481 σε αντίστοιχη ιστορία από την Ερμούπολη Σύρου.  Πολύ συχνά αναφέρονται και οι παραδόσεις για τις νεράιδες που αρπάζουν θνητούς και τους υποχρεώνουν να χορέψουν μέχρι το λάλημα του τρίτου πετεινού.

 

 

 

Ε. ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ

26. ΟΙ Ανεράδες (Νεράιδες), οι Καλές Κυράδες

     Αφήγηση: Γιαννουκά  Ζαμπέττα

       Στην Τάξη Δ΄, με δασκάλα τη Δέσποινα Αθανασιάδου - Απρίλιος 2003 

 

αιδιά, σήμερα θα σας μιλήσω για τις Νεράιδες, τις Καλές Κυράδες. Παλιά, εδώ στη Λέρο, που είναι και νησί, πολλοί Λεριοί ήτανε ναυτικοί και ταξιδεύανε σε διάφορα μέρη. Οι γυναίκες τους και πολλοί άλλοι και ιδίως στις εξοχές, μετά τις δουλειές, τα βράδια, συγκεντρώνονταν κάθε φορά και σ’ ένα σπίτι της γειτονιάς  και λέγανε διάφορες ιστορίες, για τα φαντάσματα, για τις Νεράιδες, τις Καλές Κυράδες.

            Οι Νεράιδες ήταν από την αρχαία εποχή. Τις λέγανε παλιά Νηρηίδες. Αλλά έχουν και πάρα πολλές άλλες ονομασίες. Εδώ στη Λέρο τις λέμε «Καλές Κυράδες». (Η καλή κυρά, η καλή νοικοκυρά).

            Οι Νεράιδες είναι γυναίκες λεπτές, ψηλές, με μακριά ξανθά ή ακόμα και πράσινα μαλλιά. Αυτές συχνάζανε σε διάφορα μέρη και περισσότερο τις βρίσκει κανείς να κάθονται κάτω από τις συκιές ή τις καρυδιές. Το καλοκαίρι τους αρέσει πολύ να πηγαίνουν στ’ αλώνι, όπου αλωνίζουν οι αγρότες και να τους πειράζουν. Οι Νεράιδες έχουν και άνδρες αλλά δεν τους αγαπάνε και τόσο πολύ. Όταν θα γεννήσουν  το παιδί τους, τους ξεχνάνε. Ορισμένες μέρες έχουν και κακίες μέσα τους. Ενώ θέλουν να κάνουν καλό, έχει φορές που θέλουν να κάνουν κακό.

 

1η ιστορία: «Ο ανεμοστρόβιλος και τα τσεμπέρια»

α σας πω κάτι που εγώ η ίδια έζησα και είδα, όταν ήμουν μικρή. Στα Τεμένια έχουμε ένα εξοχικό. Ο παππούς είχε δώσει κληρονομιά και στις άλλες θείες, οπότε μαζευόμαστε το καλοκαίρι, για ένα-ενάμισι μήνα, όλοι  εκεί στα Τεμένια και στου Φλαγκού.                                                          

Ένα μεσημέρι, επειδή από μικρή μου άρεσε η λαογραφία, έτρεχα να βρω τις αγρότισσες, τις κτηνοτρόφiσσες, να ακούσω τι λέγανε, να γράφω το λεξιλόγιό τους. Βρέθηκα σε μια αυλή, στου Φλαγκού. Απέναντι ήταν ένα αλώνι όπου αλωνίζανε. Δίπλα μου καθότανε το Κυραννάκι, μια Λεριά. (Άννα είναι το όνομα, αλλά εδώ πέρα την Άννα τη λένε Κυραννιώ, τη Μαρία, Μαριώ, την Ειρήνη, Ρηνιώ, την Καλλιόπη, Καλλιώ). Το Κυραννάκι, λοπόν, καθότανε δίπλα μου με το τσεμπέρι της και πιο πέρα ήταν άλλες γυναίκες.

Απέναντι στο αλώνι, ενώ αλωνίζανε, άρχισε να παίρνει ένας μεγάλος ανεμοστρόβιλος. Σηκώνονταν τα άχυρα επάνω, (παιδιά το έζησα), τα ζώα δεν μπορούσαν να γυρίσουν, γινόταν ένα κακό μεγάλο. Κι ακούω μια γυναίκα να λέει στο Κυραννάκι: «Μαρί, Κυραννάκι, νάτες απέναντι οι Καλές Κυράδες. Δέσε καλά το τσεμπέρι σου». (Γιατί στις Καλές Κυράδες αρέσει να κλέβουν τα τσεμπέρια από τα κεφάλια των γυναικών.) Και άκουγα τη μία να λέει στην άλλη να δέσουν καλά τα τσεμπέρια τους, γιατί από απέναντι οι Καλές Κυράδες θα τους τα κλέψουν. Αυτόν το ανεμοστρόβιλο έλεγαν ότι τον έκαναν αυτές οι Καλές Κυράδες, οι Νεράιδες. (Αυτό το έζησα στην εξοχή, όταν ήμουν μικρή.

   Επιστροφή